Είναι
το 3ο μέρος γι αυτό και θα ασχοληθούμε με τον τελευταίο ντροπιάρη,
όμως ΛΕΙΤΟΥΡΓΟ της κοινωνίας… τον Κοινωνικό Λειτουργό. Και ναι κυρά Σούλα,
είναι δυνατόν να εννοείς, ή να βάζεις στο ίδιο τσουβάλι το λειτούργημα του κοινωνικού
επαγγελματία,με την επαγγελματία του αγοραίου έρωτα, ή με τον επαγγελματία της αγοραίας πρόληψης και καταστολής του κοινού ποινικού εγκλήματος?
Για να τα πάρουμε από την αρχή, εδώ μάλλον πρέπει να γίνει θεώρηση της
κοινωνικής εργασίας στην πράξη, να δούμε αν και κατά πόσο ένας τέτοιος
επαγγελματίας δύναται να έχει συνείδηση κατά την τέλεση του λειτουργήματος του.
Και αν έχει, τότε μπορούμε να αναρωτηθούμε πως μπορεί και ΔΕΝ ΝΤΡΕΠΕΤΑΙ.
Μιλώντας σε αυτή την περίπτωση με πλούσια βιωματική εμπειρία, καθώς σε αυτή την περίπτωση δεν κρίνω σαν αποδέκτης υπηρεσιών, αλλά ως πάροχος, πρέπει να πάρω τα πράγματα από την αρχή. Όταν μπήκα σε αυτή την δύσμοιρη Σχολή με διακατείχε ένας Δονκιχοτισμός, που από την αρχή κατάλαβα, πως έπρεπε να μπει σε καλούπια. Και αν ήταν το καλούπι του εφικτού, τότε δεν θα είχα καμία αντίρρηση. Ήταν όμως το καλούπι του Δημόσιου Υπάλληλου, του περιορισμένου (ενώ στην πράξη δεν είναι έτσι τα πράγματα) από την καταστατική λειτουργία του πλαισίου που καλείται να υπηρετεί, του πεπερασμένου από την ανεφάρμοστη νομολογία (γιατί η αλήθεια είναι πως η χώρα διαθέτει απεριόριστη μεν ανεφάρμοστη, δίχως νομικό προηγούμενο, ή εφαρμογή στην πράξη, δε) των κυβερνώντων, αλλά και όπως μου δόθηκε να καταλάβω και στρατευμένου στην άρχουσα ιδεολογία, ασχέτως κυβερνήσεων και πολιτικών.
Εγώ ντρέπομαι….όχι τόσο για την προέλευση την έννοια και τις δυναμικές της Κοινωνικής Εργασίας, αλλά για το τρόπο, που εμείς οι "επαγγελματίες", τις εφαρμόζουμε στην πράξη...
Μιλώντας σε αυτή την περίπτωση με πλούσια βιωματική εμπειρία, καθώς σε αυτή την περίπτωση δεν κρίνω σαν αποδέκτης υπηρεσιών, αλλά ως πάροχος, πρέπει να πάρω τα πράγματα από την αρχή. Όταν μπήκα σε αυτή την δύσμοιρη Σχολή με διακατείχε ένας Δονκιχοτισμός, που από την αρχή κατάλαβα, πως έπρεπε να μπει σε καλούπια. Και αν ήταν το καλούπι του εφικτού, τότε δεν θα είχα καμία αντίρρηση. Ήταν όμως το καλούπι του Δημόσιου Υπάλληλου, του περιορισμένου (ενώ στην πράξη δεν είναι έτσι τα πράγματα) από την καταστατική λειτουργία του πλαισίου που καλείται να υπηρετεί, του πεπερασμένου από την ανεφάρμοστη νομολογία (γιατί η αλήθεια είναι πως η χώρα διαθέτει απεριόριστη μεν ανεφάρμοστη, δίχως νομικό προηγούμενο, ή εφαρμογή στην πράξη, δε) των κυβερνώντων, αλλά και όπως μου δόθηκε να καταλάβω και στρατευμένου στην άρχουσα ιδεολογία, ασχέτως κυβερνήσεων και πολιτικών.
Είμαστε δηλαδή ένα επάγγελμα συντήρησης της καθεστηκυίας τάξης ένα ανάχωμα στην
λαϊκή εξέγερση και διεκδίκηση, κυρίως όμως, το πιο ανησυχητικό κατά την γνώμη
μου ήταν πως εκπαιδευόμασταν, εν γνώσει μας (δεν νομίζω να μπορεί ένας
απόφοιτος Γενικού Λυκείου να το παίξει «Κατίδης», όταν ακούει για εθελοντική
συνεργασία με διωκτικές αρχές, όταν ακούει π.χ. ότι υπάρχει υποχρέωση
συστηματικής πληροφόρησης των αρχών ελέγχου), να αποτελέσουμε τον γκεμπελικό
ρουφιάνο ενός συστήματος κομμένου και ραμμένου στο όφελος της άρχουσας τάξης. Ένα γρανάζι δηλαδή, του μηχανισμού ελέγχου της κοινωνίας. Και όλες οι ελευθεριάζουσες ιδεολογίες, όλες αυτές οι προσεγγίσεις που τόνιζαν την αναγκαιότητα του Κοινωνικού Λειτουργού στην διατήρηση της κοινωνικής συνοχής?Ήαταν όλα ιδωμένα από την σκοπιά του ελεγκτη κ όχι του ελεγχόμενου. Σαφώς και ο ταξίαρχος δεν θα έδιωχνε τους ρουφιάνους της πιάτσας, για να τους αντικαταστήσει με κυριούλες (ξέχασα να πω, το επάγγελμα γυναικοκρατείται), που όσο δυναμικές και αν είναι, δεν μπορούν να εισχωρήσουν στην παράνομη δραστηριότητα, με τον ίδιο τρόπο, που ένας κατ' επάγγελμα, ρουφιάνος του πεζοδρομίου, το κάνει.
Και για
να εξηγήσω το γυναικοκρατούμενο του πράγματος, πρέπει να κάνω μνεία στην
ιστορική προέλευση του επαγγέλματος αυτού, στον Δυτικό καταμερισμό εργασίας.
Δεν είναι παράδοξο να ισχυριστούμε πως τα πρώτα ψήγματα της χρείας του
επαγγέλματος μπορούν να ανευρεθούν στις «κουτσομπόλες» (δεν είναι σεξιστικό)
του προπερασμένου αιώνα, που για λόγους εκτόνωσης, κοινωνικοποιούσαν τα
προβλήματα στις φιλενάδες τους, ή στην χειρότερη στις γειτόνισσες τους. Ας μην
ξεχνάμε πως δεδομένης της πατριαρχικής συγκρότησης της οικογένειας και του ισχύοντος
φαλλοκρατισμού, οι γυναίκες συχνότερα έπεφταν θύματα κακοποίησης από τους
συζύγους τους… και έπειτα με βουλωμένα μάτια εξομολογούνταν στις γειτόνισσες τα
βιώματα τους, χρησιμοποιώντας όμως πάντα άλλον για θύμα, τύπου:
-«Δεν
σε βλέπω καλά κυρα Σούλα μου»
-«Ναι..
είναι να είμαι καλά με αυτά που έμαθα για την Κατίνα του Σπύρου (σύζυγος –
ιδιοκτήτης της Κατίνας)? Μαύρη την έκανε την καψερή..»
-«Ναι,
μα βλέπω ότι και εσύ… μαύρισες όμως…» (με στυλ σε ποιόν τα πουλάς αυτά)
-«Καλά
εγώ…. Έπεσα… Εκείνη όμως, που ν’ ακούσεις τι έπαθε»
Και
συνεχίζει με την εξιστόρηση του τι έπαθε η ίδια ως …. «Κατίνα».
Δεδομένης
τόσο της γεωγραφικής, όσο και της ιστορικής καταγωγής του επαγγέλματος (Αγγλία
Ά Βιομηχανική Επανάσταση) καθώς και των πατρόνων του (Εκκλησία, Μεγαλοαστές Κυρίες),
που του έδωσαν και την πρώτη ταυτότητα και χαρακτήρα (φιλανθρωπία), μπορούμε να εικάσουμε, πως για λειτουργός του, προτιμήθηκε ένα φύλο με καλύτερη πρόσβαση στις δεξιότητες της επικοινωνίας, αφού όλη η δουλειά συνίστατο στην ανάκτηση πληροφοριών και στην όποια ανακούφιση δύναται να προσφέρει ένα βερμπαλιστικό "ξαλάφρωμα", προκειμένου να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη λειτουργικότητα στην παραγωγή έργου (καλύτερη οικονομία του επαγγέλματος). Άλλωστε δεν είναι δουλειές αυτές ΓΙΑ ΑΝΤΡΕΣ!!
Ας κάνουμε την αντιπαραβολή με το σαφώς νεώτερο ανατολικό μπλοκ γιατί
και έχει πλάκα και είναι και διδακτική. Είχε ο Σήφης, ή πριν απ’ αυτόν ο
Βλαδίμηρος, κοινωνικούς λειτουργούς? Όχι! Γιατί δεν ήταν απαραίτητο? Ήταν, αλλά
αυτοί είχαν την KGB για ανάκτηση πληροφοριών και σίγουρα δεν αντιλαμβάνονταν την
προνοιακή διάσταση του σοβιετικού κράτους ως φιλανθρωπική, αλλά ως αναπτυξιακή.
Εξασφαλίζοντας εκπαίδευση, περίθαλψη και εργασία για όλους, δεν χρειάζονταν την
φιλανθρωπία σαν μορφή κυβερνώσας συγκατάβασης και άλλοθι στην πρακτική και
λειτουργία τους και άρα και την κοινωνική εργασία (τουλάχιστον με αυτή την
διάσταση) στον καταμερισμό εργασίας τους.
Είναι
όμως, για να συνεχίσω, αυτές οι κυριούλες πολύ χρήσιμες, στο σύστημα, όταν
χρειαστούν αναφορές για το ποιόν ενός διωκόμενου, παρά το νομικά κατοχυρωμένο
εργασιακό απόρρητο το οποίο υπάρχει περισσότερο για να αποδείξει (σε ποιους
άραγε?) πως και καλά δεν είμαστε πλέον οι κουτσομπόλες της καταγωγής μας. Ας το
ομολογήσουμε, η έννοια του απόρρητου είναι για τον δικό μας φόβο περισσότερο.. Είναι
εξαιρετικά και πάλι πολύτιμες, όταν βρεθεί ένας ευαγής αστός και π.χ. θέλει ένα
παιδί, προκειμένου, με αυτές τις διαβόητες εκθέσεις κοινωνικής έρευνας, αφενός να
το στερήσει από μια οικογένεια φτωχή και πιθανότατα με τεράστιους κοινωνικούς
κινδύνους (π.χ. μακρόχρονη ανεργία, απομόνωση, αποστέρηση περιβαλλοντικών
ερεθισμάτων κοινωνική καθυστέρηση κ.λ.π.) και αφετέρου να το παραδώσει στους
νέους του «γονείς», οι οποίοι, βέβαια ούτε ελέγχθηκαν ποτέ για την επάρκεια, ή
την ικανότητα τους να είναι γονείς, πέραν της μεγάλης οικονομικής επιφάνειας
τους. Αλλά τώρα πέστε μου εσείς, πως θα καταλαβαίνατε την γονική επάρκεια ενός
άτεκνου ατόμου στα 50 του? Μήπως υπάρχει καμιά σχολή που να σε βεβαιώνει fit for duty (που λένε και στο χωριό μου) προκειμένου να ασκήσεις τον ρόλο
του γονέα?
Η
αλήθεια είναι ότι η θεωρητική τεκμηρίωση του επαγγέλματος υστερεί πολύ. Η εκτίμηση
του ειδικού, βασίζεται σε πρωτόλεια ψυχολογία, σε συνδυασμό με κάποιες,
στοιχειώδεις και πάντως λίγες σε αριθμό, επιδημιολογικές έρευνες, και
δευτερευόντως στην βιωματική του εμπειρία (ΧΑΧΑΧΑΧΧΑΧΑΧΑ). Η επιστημονική
επάρκεια του παραπάνω σχήματος κρίνεται εξαιρετικά ισχνή, σε σχέση με τον όγκο
της ευθύνης, που του αναλογεί. Παρ’ ότι, ως πολιτισμός, έχουμε πάει στ’ άστρα, εν
τούτοις, η πρόοδος των λεγόμενων ανθρωπιστικών επιστημών είναι αντιστρόφως
ανάλογη (κατά την άποψη μου παρατηρείται σημαντική καθυστέρηση). Το πιο
«αντικειμενικό» (με την έννοια του κλινικού του μετρήσιμου και απόλυτου) σύστημα
αξιολόγησης είναι στην ουσία ένα διαγνωστικό εργαλείο ψυχιατρικής (DSM), που στην καλύτερη ενισχύει την όποια στερεοτυπική σκέψη
προϋπήρχε, όχι μόνο στο μυαλό του ειδικού, αλλά και του συλλογικού κοινωνικού
ασυνειδήτου. Η δε έννοια της διαφορικής διάγνωσης (με την λογική της εξαίρεσης
που επιβεβαιώνει τον κανόνα, καθώς και της κάλυψης του ειδικού στο λάθος),
επιτρέπει στον επαγγελματία ένα ποσοστό λάθους που φτάνει πάντα στο 50-50 και
ποτέ πιο δυσανάλογο, εις βάρος του. Και πείτε μου, θα συγχωρούσατε ποτέ τον
συνεργειατζή, αν σας διέλυε το αυτοκίνητο κατόπιν εσφαλμένης εκτίμησης? Στον
ανθρωπιστικό επιστήμονα όμως, είστε αναγκασμένοι να το κάνετε… Πολύ απλά γιατί
οι άνθρωποι ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΗΧΑΝΕΣ!!!
Άρα καταλαβαίνετε ότι η όποια παρέμβαση
έγκειται περισσότερο στο gut feeling (που λένε και στο χωριό
μου το ένστικτο), ή στη νομολογία και το trend
της εποχής, παρά σε κάποιο επιστημονικό εργαλείο αξιολόγησης που σε κατοχυρώνει
απέναντι στο αντικείμενο της εργασίας σου. Συνήθως αυτή η κατοχύρωση,
είτε περνά
μέσα από την κρατική σου θέση,
είτε μέσα από ταγέρ, κουστούμια και γραβάτες που
αίφνης σε διακρίνουν από τον εξυπηρετούμενο,
είτε μέσα από ένα καλοστολισμένο
τοίχο με διπλώματα συμμετοχής σε σεμινάρια και πολυθρόνες που σε βοηθούν να
επιβληθείς, τουλάχιστον χωροταξικά….
Για να μη μιλήσουμε για την εκβιαστική
συναίνεση των εξυπηρετούμενων προκείμενου να καταδείξουν/αποδείξουν την ένδεια,
ή τον λόγο, που προσφεύγουν σε ένα προνοιακό μηχανισμό στήριξης (chic!). Είναι και πάλι η έννοια του κοινωνικού ελέγχου, που παρ’
ότι απαραίτητος για να ξεδιαλέξει κάποιος την ήρα από το στάρι (γιατί υπάρχει
πολύ ήρα ανάμεσα μας, όπως και σε κάθε καπιταλιστική και άρα εκμεταλλευτική
κοινωνία), που έρχεται να δικαιώσει την αναγκαιότητα ύπαρξης στον σύγχρονο
καταμερισμό εργασίας
Για να
γυρίσουμε και πάλι στις, πολλαπλών χρήσεων, κυριούλες (και εγώ μέσα σ’ αυτές),
πρέπει να συνοψίσουμε πως η αναγκαιότητα τους εν τέλει προκύπτει, όποτε το
σύστημα χρειάζεται να τεκμηριώσει κοινωνικά το έγκλημα που πάει να διαπράξει. Επομένως
ο ΚουΛου (που λέω και εγώ τον Κοινωνικό Λειτουργό), ή αλλιώς «μπάτσος των
συνειδήσεων», ή αλλιώς ψυχόμπατσος, είναι το εκτελεστικό όργανο και ταυτόχρονα
και ο απολογητής του κράτους. Και πάντοτε εις βάρος των στρωμάτων που καλείται
να βοηθήσει.
Κάτσε
καλά Γεράσιμε! Είναι μόνο έτσι? Δεν επεμβαίνουν οι Κοινωνικοί Λειτουργοί στην
καρδιά του προβλήματος? Όποιος το αναφέρει αυτό δεν ξέρει τι σημαίνει
κοινωνικός λειτουργός, πολύ απλά γιατί η φύση των προβλημάτων που ο
επαγγελματίας αντιμετωπίζει είναι κατά βάση ΠΟΛΙΤΙΚΗ, και όσο το επάγγελμα μας,
αλλά και το συνδικαλιστικό του όργανο, δεν ερίζει και δεν διεκδικεί συστηματικά
την συμμετοχή του τουλάχιστον στον κοινωνικό σχεδιασμό των πολιτικών (ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ), ούτε κατά διάνοια, οι όποιες
παρεμβάσεις κάνει, δεν αγγίζουν την φύση του όποιου προβλήματος…
Καπάκι
βλέποντας το αριστούργημα του Κεν Λόουτς Ladybird-ladybird, όπου εκτίθεται πλήρως η κλινική προσέγγιση που το κράτος
επιβάλλει στην προσέγγιση του επαγγελματία προς τον εξυπηρετούμενο (από
ηθικοπλαστική και κυρηγματική, έως επιβαλλόμενα καθοριστική ως προς τα θέλω και
τις επιθυμίες ενός αόριστου «κοινού καλού», μιας politically correct έννοιας, αντί της έννοιας
«άρχουσα τάξη»), στο κράτος μάλιστα που γέννησε αυτό καθεαυτό το επάγγελμα
απογοητεύτηκα τελείως…..(Link)
και
μετά ήρθε ο Φρέιρε, ο Πάολο, ο βραζιλιάνος πεζικάριος της κοινωνικής παιδαγωγικής και εργασίας που
χρησιμοποιώντας την κριτική ριζοσπαστική σκέψη καθώς και την μεθοδολογία της
κοινωνικής εργασίας με Ομάδες, οργάνωσε τους πληβείους στις Βραζιλιάνικες
φαβέλες, για να επιτύχει τον μέγιστο βαθμό αυτό-οργάνωσης και άρα αυτενέργειας,
ξεπερνώντας στο βαθμό του εφικτού τους όποιους περιορισμούς επέβαλλε η άρχουσα
τάξη, μέσα από τους επίσημους φορείς πολιτικής της. Τότε είπα, να τι θα κάνω άμα
ποτέ δουλέψω ΚουΛου…
15
χρόνια τώρα Φρέιρε δεν υπήρξα ποτέ και ούτε κατάφερα να επιτύχω τους στόχους
που κάθε φόρα έθετα από κοινού, με τους κάθε φορά εξυπηρετούμενους μου. Μα θέλω
να πιστεύω, ότι ο κάθε ένας από αυτούς, στο πέρας της όποιας επαγγελματικής
παρέμβασης, έμενε με την εντύπωση πως προσπαθούσα γι αυτόν/ήν ειλικρινά και όχι διεκπεραιωτικά
για να facilitate / να διευκολύνω
ü τον επαγγελματία επαίτη (που συνήθως είναι και χρόνιος χρήστης
κοινωνικών υπηρεσιών, αλλά και ψηφοφόρος του όποιου κόμματος είναι
διασυνδεδεμένος προσδοκώντας το επόμενο ρουσφέτι),
ü το παραμελημένο παιδί /έφηβο ημεδαπό και αλλοδαπό, που
περιορίζονταν από προσωποφύλακες, δασκάλους, νόμους, ρατσισμούς, θεούς και
Δαίμονες, εγκαταλελειμμένοι, στην μοίρα που αναπόδραστα τους επεφύλασσε η
ελληνική άρχουσα τάξη, από τους ίδιους φορείς, που διατείνονταν στα media πως τους προστάτευαν (εισαγγελέας, ελληνικό κράτος). Η πλέον
σχιζοφρενική προσέγγιση μου με το κράτος είναι όταν αντιλήφθηκα πως η Μονάδα
Κοινωνικής Φροντίδας που δούλευα «μάντριζε» αλλοδαπούς, μόνο για να τους
ξεβγάλει κάποια χρόνια αργότερα, ως λαθραίους μετανάστες χωρίς χαρτιά και χωρίς
άδεια παραμονής στην χώρα, ενώ τα παιδιά αυτά υποχρεώθηκαν με εισαγγελική εντολή να μεγαλώσουν εντός της "μάντρας" που δεν θα τους προσέφερε τίποτα περισσότερο απο στέγαση, σίτιση, ενδυση, υπόδυση (ευτυχώς από το 2005 έχουν περάσει 10χρόνια και κάποιοι έχουν ευτυχώς διακρίνει
την ξενοφοβία των επιτροπών και της έως τότε νομοθεσίας). Όσοι από τους αναγνώστες θεωρούν και πως πολλά είναι αυτά που τους πρσφέρονταν τότε, καλό είναι να αλλάξει κανάλι τώρα, πριν αντιληφθεί οτι σε τέτοιους υπανθρώπους αναφέρομαι όταν λέω πως δεν πρέπει να έχεις αιδώ για να εξασκείς συγκεκριμένα επαγγέλματα (Κυρα - Σούλα για σένα το λέω),
ü την μονογονεϊκή οικογένεια, που ενώ η κοινωνία την ανέχεται πια, παραμένει εν τούτοις συνειδητά, απομονωμένη και πολιτισμικά και κοινωνικά, με τον
αποκλεισμό να εκκινεί από την σχεδόν ουτοπική προοπτική εισόδου στην απασχόληση
και να φτάνει μέχρι τον απαραίτητο, δια νόμου μεν, ανέφικτο οικονομικά και
ασφαλιστικά δε, εμβολιασμό του τέκνου, ή τον διακριτικό στιγματισμό σε όλους
τους τομείς κοινωνικής διάδρασης..
ü τον νυν και πρώην τοξικομανή, του οποίου η όποια απόφαση τον
τιμωρούσε πάντοτε σκληρότερα και πληρέστερα από την όποια κοινωνική απόρριψη
και στιγματισμό βίωνε, πριν, κατά την διάρκεια και μετά την χρήση της
οιασδήποτε ουσίας. Μια ιδιαίτερη
κατηγορία που από μόνη της μπορεί να γράψει κεφάλαια για την καταναλωτική αξία
χρήσης που προωθεί η άρχουσα τάξη, είναι επομένως ΤΟ θύμα του συστήματος του
οποίου είμαστε Λειτουργοί. Είναι σαν να έρχεται ο βιασθείς σε εκπρόσωπο του
βιαστή του για ενίσχυση και στήριξη…
ü τον ψυχικά ασθενή, που περιμένει κάτι παραπάνω από
συγκατάβαση, όταν ζητά επιστροφή στην εργασία, ή σε ένα φυσιολογικότερο τρόπο
ζωής, που δεν πρέπει να συνίσταται αποκλειστικά στην καθημερινή λήψη της
φαρμακευτικής του αγωγής… Και όταν φτάνουμε σε αυτό, να αποκλείονται λόγω
διοικητικής, δηλαδή γραφειοκρατικής ανεπάρκειας, που η αγκύλωση της φτάνει στην
υπέρβαση της λογικής.. Δεν μπορεί από την μια να αναγνωρίζεις την αναγκαιότητα
λήψης τέτοιων φαρμάκων όχι μόνο για την προάσπιση του ατόμου αλλά πιθανότατα
και του κοινού κάλου και μετά να τον αποκλείεις από την διαδικασία στην οποία όμως,
τον εντέλλεις να συμμετάσχει, λόγω π.χ. σφραγίδας. Πρόκειται δηλαδή για fight madness with madness!!! Ευτυχώς
οι ψυχίατροι λιγότερο εξοικειωμένοι με την γραφειοκρατία και σαφώς περισσότερο
εξοικειωμένοι με την «σχιζοφρένεια», βρίσκουν λύσεις υπεράνω διαδικασιών….
ü τον μετανάστη, που ως τέτοιος σε μια… «πατριωτική» κοινωνία,
βιώνει την εκμετάλλευση στο πετσί του και καταλήγει να επαιτεί για ανθρώπινα
και εργασιακά δικαιώματα στους πλέον αναρμόδιους φορείς…. Άλλωστε αν δεν
μετέχουμε των λύσεων (στον σχεδιασμό τους εννοώ) είμαστε μέρος του προβλήματος
(με την έννοια ότι εφαρμόζουμε τα προαποφασισμένα) … και μην ακούσω ότι το να μεταφέρω την πληροφορία είναι βοήθεια, γιατί
όταν πονάς δεν θέλεις να σου δείξουν προς τα πού είναι το νοσοκομείο, θέλεις να
σου δώσουν το φάρμακο…
Και
πείτε μου τώρα, αν αντέχετε, δεν θα ντρεπόσασταν να ζητούσατε από
αποφυλακισμένο εκκαθαριστικό εφορίας προκειμένου να φάει? Δεν θα ντρεπόσασταν να κρυφτείτε πίσω από την γραφειοκρατία για να μην βοηθήσετε, ή για να μην "κουνηθείτε" από την θέση σας? Δεν θα ντρεπόσασταν να μην σαλεύετε μπροστά στην ανθρώπινη ανάγκη, λόγω, είτε του ότι δεν σας έχουν δείξει / εκπαιδεύσει κ.ο.κ., την στιγμή που κανένας συνάδελφος σας, δεν είναι τόσο εκπαιδευμένος, είτε λόγω του ότι απλά κάτι ανάλογο δεν έχει ξαναγίνει? Ξέρετε, όσο το συζητάτε και δεν το κάνετε, ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΠΟΤΕ!! Και η ελληνική νομοθεσία, να ξέρετε, είναι γεμάτη από ανεφάρμοστους νόμους που περιμένουν κάποιον να τους ερμηνεύσει κατά το δοκούν (όπου δοκούν βάλτε την ανταπόκριση στην ανάγκη) και να τους θέσει σε εφαρμογή..
Δεν θα ντρεπόσασταν αν έπρεπε να ζητήσετε από μια ανασφάλιστη αλλοδαπή την στιγμή που υποφέρει από φοβερούς πόνους από κύστες που ανά πάσα (όπως έχει βεβαιωθεί ιατρικά) μπορεί να προκαλέσουν έως και θάνατο, να πάει και… να περιμένει στα εφημερεύοντα (!!) ποντάροντας στην προσωπική ευθιξία και συνείδηση των εργαζόμενων και ιατρών του νοσοκομείου για να…. ζήσει και να μην της ξαναδώσουν Depon για τους πόνους…? Δεν θα ντρεπόσασταν, αν συνάδελφοι σας, εσκεμμένα, σας έδιναν λάθος πληροφορίες προκειμένου να αποτύχει η πρώτη, μέσα στη δεκαετία του 2000, τοποθέτηση ανηλίκου σε ανάδοχη οικογένεια εντός Κρήτης, μόνο και μόνο για να μην επωμιστούν τις ευθύνες της δια νόμου χρηματοδότησης των ανάδοχων?? Δεν θα ντρεπόσουν αν σε χρήστες ψυχιατρικών υπηρεσιών, έλεγες ότι δεν μπορούν να γράψουν τα φάρμακα τους επειδή δεν είχαν την συνέπεια να ανανεώσουν το βιβλιάριο τους και τώρα θα πρέπει να παραμείνουν μόνοι με τους εφιάλτες τους? Είναι σαν να τους κάνεις διάγνωση για κατ’ εξακολούθηση αμέλεια και μετά να τους κατηγορείς και να τους καταδικάζεις γι αυτό!!!
Δεν θα ντρεπόσασταν αν έπρεπε να ζητήσετε από μια ανασφάλιστη αλλοδαπή την στιγμή που υποφέρει από φοβερούς πόνους από κύστες που ανά πάσα (όπως έχει βεβαιωθεί ιατρικά) μπορεί να προκαλέσουν έως και θάνατο, να πάει και… να περιμένει στα εφημερεύοντα (!!) ποντάροντας στην προσωπική ευθιξία και συνείδηση των εργαζόμενων και ιατρών του νοσοκομείου για να…. ζήσει και να μην της ξαναδώσουν Depon για τους πόνους…? Δεν θα ντρεπόσασταν, αν συνάδελφοι σας, εσκεμμένα, σας έδιναν λάθος πληροφορίες προκειμένου να αποτύχει η πρώτη, μέσα στη δεκαετία του 2000, τοποθέτηση ανηλίκου σε ανάδοχη οικογένεια εντός Κρήτης, μόνο και μόνο για να μην επωμιστούν τις ευθύνες της δια νόμου χρηματοδότησης των ανάδοχων?? Δεν θα ντρεπόσουν αν σε χρήστες ψυχιατρικών υπηρεσιών, έλεγες ότι δεν μπορούν να γράψουν τα φάρμακα τους επειδή δεν είχαν την συνέπεια να ανανεώσουν το βιβλιάριο τους και τώρα θα πρέπει να παραμείνουν μόνοι με τους εφιάλτες τους? Είναι σαν να τους κάνεις διάγνωση για κατ’ εξακολούθηση αμέλεια και μετά να τους κατηγορείς και να τους καταδικάζεις γι αυτό!!!
Εγώ ντρέπομαι….όχι τόσο για την προέλευση την έννοια και τις δυναμικές της Κοινωνικής Εργασίας, αλλά για το τρόπο, που εμείς οι "επαγγελματίες", τις εφαρμόζουμε στην πράξη...
Είπαμε
καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή, όπως άλλωστε ισχύει και αντίστροφα. Καμία
ντροπιαστική πράξη (τόσο για το υποκείμενο, όσο για το αντικείμενο της), δεν
δύναται να «βαπτίζεται» εργασία, αλλιώς μιλάμε για εργασία χωρίς ντροπή….
Χωρίς Νροπή? |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου